Τετάρτη 7 Ιουνίου 2017

Σκέψεις γιά τή μελετώμενη συνταγματική ἀναθεώρηση




του κ. Κωνσταντῖνου Γ. Καρακατσάνη
 τ. Καθηγητού Ἰατρικῆς τοῦ Α.Π.Θ.



Ἡ ἱστορία καί ἡ παράδοση ἀποτελοῦν τήν ἀπαρχή καί τίς πηγές ἐπάνω στίς ὁποῖες στηρίζονται οἱ βασικές καταστατικές ἀρχές τοῦ Συντάγματος καί μέ βάση τό πνεῦμα τῶν ἀρχῶν αὐτῶν στοιχειοθετοῦνται καί ἑρμηνεύονται ὅλοι οἱ ἐπιγενεῖς νόμοι. Ἐξεταστέον, ἑπομένως, εἶναι ποία εἶναι ἡ διήκουσα ἔννοια τῶν Συνταγμάτων τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους, ἀπό τῶν πρώτων,  ψηφισθέντων στήν ἐν Ἐπιδαύρῳ Α’, στήν ἐν Ἄστρει Β΄, στήν ἐν Τροιζίνῃ Γ΄ Ἐθνική Συνέλευση, ἐκείνου τῆς
18ης Μαρτίου τοῦ ἔτους 1844 καί τῶν λοιπῶν μέχρι τοῦ σημερινοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος.
Ἐκεῖνο, τό ὁποῖο προκύπτει ἀβιάστως ἀπό τήν μελέτη τῶν προαναφερθέντων ἑλληνικῶν Συνταγμάτων (βλ. ὑποσημείωση 1), εἶναι ὅτι ἀδιαμφισβήτητη καί ἡ ἀδιαπραγμάτευτη βούληση τῶν Ἀγωνιστῶν καί Πατέρων τοῦ Ἔθνους ἦταν νά στηριχθῆ ἡ σύσταση, ἡ πολιτική ὕπαρξη καί ἡ ἀνεξαρτησία τοῦ ἀναστηθέντος Ἑλληνικοῦ Ἔθνους ἐπί τῶν θεσμίων τῆς μίας Ἁγίας Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Γιά τόν λόγον αὐτόν, ἄλλωστε, ὡς προοίμιο τοῦ πρώτου καί ὅλων σχεδόν τῶν ἑπομένων Συνταγμάτων ἔθεσαν τήν ἀναφορά: “‘Ἐν Ὀνόματι τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος”. Ὡς γνωστόν, μέ τό ἄρθρο 3 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος ρυθμίζονται οἱ σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας καί διαπιστώνεται ὅτι “Ἐπικρατοῦσα θρησκεία στήν Ἑλλάδα εἶναι ἡ θρησκεία τῆς Ἀνατολικῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας…πού γνωρίζει κεφαλή της τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό”.
Τά ἀμέσως ἀνωτέρω εἶναι καθοριστικά στοιχεῖα καί δεσμευτικά γιά ὅλους τούς ἐπιγενεῖς νομοθέτες. Ἡ μόνιμη τοποθέτηση τοῦ προοιμίου καί ἡ ἀναφορά στήν Ἐπικρατοῦσα Θρησκεία εἰς τά Ἑλληνικά Συντάγματα ἐνέχει βαθύτατο σκοπό καί ὑποδηλώνει τήν ἀδιαπραγμάτευτη ἀναγκαιότητα τῆς μή διαφωνίας ὅλων τῶν ἐπιγενῶν νόμων μέ τά θέσμια τῆς Ἐπικρατούσης Θρησκείας
Εἶναι ὀξύμωρο, ἀντισυνταγματικό καί προκλητικό νά ψηφίζονται νόμοι (ὅπως πλειστάκις ἔχει συμβῆ), οἱ ὁποῖοι βάλλουν εὐθέως κατά τῶν κελευσμάτων τῆς Ἐπικρατούσης Θρησκείας, δηλαδή, τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Μέ τίς ἀνωτέρω διατυπώσεις ἐξεφράσθη ἡ βούληση τῶν Ἀγωνιστῶν καί Πατέρων τοῦ Ἔθνους σχετικῶς μέ τίς καταστατικές ἀρχές τοῦ Συντάγματος. Ἡ βούληση αὐτή ἐνέχει ἰσχύ ΔΙΑΘΗΚΗΣ, ἡ ὁποία θεωροῦμε ὅτι δέν δύναται νά ἀναθεωρηθῆ· ἄλλωστε, ὑπό εἰδικές προϋποθέσεις, ἐπιτρέπεται μόνον ἡ ἀναθεώρηση καί ὄχι ἡ (ὑφ’ οἱανδήποτε μορφή) κατάργηση (τῶν δυναμένων νά ἀναθεωρηθοῦν) διατάξεων (βλ. ὑποσημείωση 2). Ἐάν, συμφώνως μέ τό ἄρθρο 110.1 τού ἰσχύοντος Συντάγματος εἶναι μή ἀναθεωρητέες οἱ διατάξεις ἐκεῖνες πού καθορίζουν τή βάση καί τή μορφή τοῦ πολιτεύματος, πόσον μᾶλλον μή ἀναθεωρητέες εἶναι οἱ διατάξεις τοῦ ἄρθρου 3 καί τό προοίμιο τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος, οἱ ὁποῖες -ἐνέχουσες ἰσχύ Διαθήκης– συνιστοῦν τήν πεμπτουσία καί τόν δομικό σκελετό ὅλων τῶν Ἑλληνικῶν Συνταγμάτων!
Στό ἄρθρο 59.1 (τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος) ἀναγράφεται ὁ ὅρκος πού ὑποχρεοῦνται νά δίδουν οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί Βουλευτές (αὐστηρῶς καί μόνον θρησκευτικός καί δή τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας), ὅπως καί ὁ ὅρκος τῶν ἀλλόθρησκων καί ἑτερόδοξων βουλευτῶν (σύμφωνα μέ τόν τύπο τῆς δικῆς τους θρησκείας ἤ τοῦ δικοῦ τους δόγματος)· τό ἴδιο ἀναγράφεται καί στό ἄρθρο 42 τοῦ Συντάγματος τοῦ 1927.  Στό ἄρθρο 33.2 (τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος)  ἀναγράφεται ὁ ὀφειλόμενος ὅρκος τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας (αὐστηρῶς καί μόνον θρησκευτικὀς καί δή τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, χωρίς μάλιστα ἄλλη ἐναλλακτική δυνατότητα).
Τό γραφόμενο στο ἄρθρο 13.1 (τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος) φρονoῦμε ὅτι ἀφορᾶ ὅσους πιστεύουν σέ κάποια θρησκεία καί ὄχι στούς αὐτοπροσδιορισθέντες ὡς “ἀθρήσκους” ἤ “‘ἀθέους”, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν θρησκευτικές πεποιθήσεις. Ὅπως προαναφέρθηκε, ἀξιοσημείωτο εἶναι τό γεγονός ὅτι γιά τόν Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας οὐδόλως ἀναφέρεται ἄλλος ὅρκος, ἐκτός ἀπό τό θρησκευτικό· φρονοῦμε ὅτι ἐμμέσως, πλήν σαφῶς,  τεκμαίρεται ὅτι δέν γίνεται δεκτός γιά τό ἀξίωμα αὐτό μή Ὀρθόδοξος Χριστιανός (βλ. καί παράγραφο 7 τῆς ὑποσημειώσεως 1).
Ἰδιαιτέρως ἀξιοπρόσεκτο εἶναι ἐπίσης τό γεγονός ὅτι εἰς τά τρία πρῶτα Συντάγματα  (κατά τίς Α΄, Β΄ καί Γ΄ Ἐθνοσυνελεύσεις – ἐν Ἐπιδαύρῳ, ἐν Ἄστρει καί ἐν Τροιζῆνι, ἀντιστοίχως) ὡς Ἕλληνες ἀναγνωρίζονται  “ὅσοι αὐτόχθονες κάτοικοι τῆς ἐπικρατείας πιστεύουσιν εἰς Χριστόν“. Ἑπομένως, ἡ διαχρονική ὕπαρξη τοῦ προοιμίου (Εἰς τό ὄνομα τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου καί Ἀδιαιρέτου Τριάδος) εἰς αὐτά τά  Ἑλληνικά Συντάγματα ὡς ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΥ στοιχείου ΚΑΙ εἰς τό κείμενο τοῦ ὅρκου φρονοῦμε ὅτι σαφῶς ὑποδηλώνει τήν ἀπαρέγκλητη βούληση τῶν τότε Συνταγματικῶν νομοθετῶν, ὅτι δηλαδή ὁ ὁρκιζόμενος ἐκπρόσωπος τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους θά ἔπρεπε νά εἶναι Ὀρθόδοξος Χριστιανός.
πό τά ἀνωτέρω φρονοῦμε ὅτι ἀβιάστως συνάγεται μεγίστη σπουδαιότητα τῆς ὕπαρξης τoῦ προοιμίου καί τοῦ ἄρθρου 3 καί εἰς ὅλα τά ἐπιγενέστερα Ἑλληνικά Συντάγματα· καταφαίνεται, δηλαδή, ὅτι ἡ ἀνάληψη τῶν καθηκόντων τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας, τοῦ Πρωθυπουργοῦ, τῶν Ὑπουργῶν καί τῶν Βουλευτῶν “ἐνδύεται” ἐκτελεστική ἰσχύ, καθίσταται ἐνεργός καί ἐπικυροῦται μόνον διά τοῦ θρησκευτικοῦ ὅρκου· ἡ  προϋπόθεση  αὐτή ἀποτελεῖ τήν πεμπτουσία καί τό βασικό εἰδοποιό γνώρισμα ὅλων τῶν παλαιοτέρων, ἀλλά καί τοῦ ἰσχύoντος Ἑλληνικοῦ Συντάγματος.
Ὑπό τίς προαναφερθεῖσες προϋποθέσεις, φρονοῦμε  (βλ. ὑποσημείωση 3) ὅτι καθίσταται τοὐλάχιστον προβληματική -ἄν μή ἀπαγορευτική- ἡ ἀνάδειξη ἐκπροσώπου στή Βουλή, ὁ ὁποῖος ἔχει αὐτοπροσδιορισθῆ ὡς “ἄθεος” ἤ “ἄθρησκος”, γιά τούς ὁποίους μάλιστα οὐδεμία διατύπωση ὅρκου ἔχει προβλεφθῆ ἀπό τόν Συνταγματικό νομοθέτη.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ 1
ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ
 1. Προσωρινόν Πολίτευμα τῆς Ἑλλάδος κατά τήν ἐν Ἐπιδαύρῳ Α΄ Ἐθνικήν Συνέλευσιν
ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΥ ΤΡΙΑΔΟΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄ , β΄- Ὅσοι αὐτόχθονες κάτοικοι τῆς Ἐπικρατείας τῆς Ἑλλάδος πιστεύουσιν εἰς Χριστόν , εἰσίν  Ἕλληνες…
 2. Προσωρινόν Πολίτευμα τῆς Ἑλλάδος κατά τήν ἐν Ἄστρει Β΄ Ἐθνικήν Συνέλευσιν
ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΥ ΤΡΙΑΔΟΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄, β΄- Ὅσοι αὐτόχθονες κάτοικοι τῆς Ἐπικρατείας τῆς Ἑλλάδος πιστεύουσιν εἰς Χριστόν , εἰσίν  Ἕλληνες…Ὁμοίως  Ἕλληνες εἰσίν…ὅσοι ἔξωθεν ἐλθόντες, καί τήν Ἑλληνικήν φωνήν πάτριον ἔχοντες, καί εἰς Χριστόν πιστεύοντες…
 3. Πολιτικόν Σύνταγμα τῆς Ἑλλάδος κατά τήν ἐν Τροιζῆνι Γ΄ Ἐθνικήν Συνέλευσιν
ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΥ ΤΡΙΑΔΟΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄, 6.  Ἕλληνες εἶναι,
α΄. Ὅσοι αὐτόχθονες τῆς  Ἑλληνικῆς  Ἐπικρατείας πιστεύουσιν εἰς Χριστόν.
β΄. Ὅσοι ἀπό τούς ὑπό τόν Ὀθωμανικόν ζυγόν , πιστεύοντες εἰς Χριστόν, ἦλθαν καί θά ἔλθωσιν εἰς τήν Ἑλληνικήν  Ἐπικράτειαν διά νά συναγωνισθῶσιν ἤ νά κατοικήσωσιν εἰς αὐτήν.
4. Πρακτικά τῆς ἐν Ἀθήναις Α΄ Ἐθνικῆς Συνελεύσεως (08-11-1843 ἕως 18-03-1844)
(http://www.hellenicparliament.gr/Vouli-ton-Ellinon/I-Bibliothiki/Koinovouleftiki-Syllogi/Praktika-Synedriaseon/Praktika-Voulis-1843-1862/, προσπελάστηκε τήν 8η Μαῒου 2017)
ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΟΜΟΟΥΣΙΟΥ ΚΑΙ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΥ ΤΡΙΑΔΟΣ (σελ. 1)
Στόν ἁγιασμό, ὁ ὁποῖος ἐψάλη τήν 8η Νοεμβρίου τοῦ ἔτους 1843 γιά τίς προκαταρκτικές συνεδριάσεις μέ Πρόεδρον τόν κ. Πανοῦτσον Νοταρᾶν, ἐδόθη ὁ ἀκόλουθος ὅρκος:”Ὁρκίζομαι ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας Τριάδος, νά ἐκπληρώσω τά ἱερά τοῦ Πληρεξουσίου ἔργα…”    
Ἄρθρον 1. Ἡ ἐπικρατοῦσα θρησκεία εἰς τήν Ἑλλάδα εἶναι ἡ τῆς ἀνατολικῆς ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας…ἀπαγορευομένου τοῦ προσηλυτισμοῦ, καί πάσης ἄλλης ἐπεμβάσεως κατά τῆς ἐπικρατούσης θρησκείας.
Ἄρθρον 2. Ἡ ὀρθόδοξος ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, κεφαλήν γνωρίζουσα τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν…
Eἰς τά πρακτικά τῆς Ἐθνικῆς αὐτῆς Συνελεύσεως διασώζονται τά ἑξῆς σημαντικά καί ἀξιοπρόσεκτα:
  1. “Εἷς τῶν Γραμματέων ἀνέγνωσε ἀναφοράν τοῦ Κ. Προέδρου Πανούτσου Νοταρᾶ, Προέδρου τῆς ἐν Προνοίᾳ Ἐθνικῆς τῶν Ἑλλήνων Συνελεύσεως διά τῆς ὁποίας ἐξέθετεν ὅτι παραδίδει εἰς τήν Συνέλευσιν ὡς ἱερά λείψανα (ἡμέτερη ἡ ὑπογράμμιση) Ἐθνικῆς ἰδιοκτησίας τά πρακτικά καί ἄλλα ἔγγραφα τῆς ἐν Προνοίᾳ Συνελεύσεως” (σελ. 36).
  2. Ἡ “ὁρκοδοσία” τῶν “πληρεξουσίων” (ἐκπροσώπων τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπικράτειας) τῆς Ἐθνικῆς Συνελεύσεως καί τῶν μελῶν διαφόρων Ἐπιτροπῶν ἦταν ἡ ἀκόλουθη: “Ὁρκίζομαι ἐν ὀνόματι τῆς Ἁγίας Τριάδος νά ἐκπληρώσω τά ἱερά τοῦ Πληρεξουσίου ἔργα πιστός εἰς τήν πατρίδα…” (σελ.106). Ὁ ὅρκος αὐτός ἐδίδετο παρουσίᾳ πάντοτε ἱερέως, ὁ ὁποῖος καί συνυπέγραφε (ἡμέτερη ἡ ὑπογράμμιση) τό σχετικό πρακτικό.
  3. Στήν ἀπαντητική των πρός τόν Βασιλέα ἐπιστολή οἱ Πληρεξούσιοι τῆς Ἐθνοσυνελεύσεως βεβαιώνουν ὅτι “…θέλουσι καταβάλει ὑπό τήν προστασίαν τοῦ Ὑψίστου (ἡμέτερη ἡ ὑπογράμμιση) πᾶσαν δυνατήν προσπάθειαν…) (σελ. 94, 95).
  4. Ὁ ἐκ τῶν μελῶν τῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν σύνταξη τοῦ σχεδίου τοῦ Συντάγματος, κ. Μελᾶς, παρουσιάζων στήν ὁλομέλεια τῶν Πληρεξουσίων τό Συνταγματικό σχέδιο τῆς Εἰσηγητικῆς Ἐπιτροπῆς ἔγραφε: α) “ἐμμένομεν πιστοί εἰς τήν θρησκείαν τῶν πατέρων μας εἰς ἥν ὀφείλομεν τήν ἐθνικήν ἀνεξαρτησίαν καί ἐξ ἧς ἀπεκδεχόμεθα πᾶν ἀγαθόν εἰς τό μέλλον” -ἡμέτερη ἡ ὑπογράμμιση- (σελ.110) β) “Ἐν κεφαλίδι τοῦ Συντάγματος ἐτέθη τό περί θρησκείας ἄρθρον καί ἄλλοτε καί ἤδη πλατύτερα παράποτε, διότι ἠσθάνθησαν ὅτι οὔτε ἡ πολιτεία, οὔτε ἤθη ἱδρύονται παραμελουμένης τῆς θρησκείας…) (σελ. 112), γ) “…ἡ ὑπόθεσις τῆς θρησκείας συνδέεται μέ τό μέλλον τῆς Ἑλλάδος.. -ἡμέτερες οἱ ὑπογραμμίσεις- δέν ἐθεσμοθετήθη τι ἀντιβαῖνον τῇ ἐκκλησίᾳ, διότι ὅ,τι ἔπραξαν οἱ τότε διέποντες τά πράγματα τῆς πατρίδος , ἦταν ἀπόρροια τῶν ἀποφασισθέντων εἰς τάς συνελεύσεις τῆς Ἐπιδαύρου καί τῆς Τροιζῆνος” (σελ. 117) καί δ) ” Τό πολιτικόν δίκαιον πρέπει νά συσχετίζεται μέ τό κανονικόν διότι μάλιστα τό τελευταῖον εἶναι ἀπάνθισμα τῶν κανόνων τῶν αὐτοκρατόρων” (σελ. 122).
  5. Ἄλλος τῶν Πληρεξουσίων εἶπεν: ” Ἡ ἐπί τοῦ Συντάγματος ἐπιτροπή  ἔχουσα ὑπ’ ὄψιν τό “ἐκ Θεοῦ ἄρχεσθαι” ἔθεσεν ἐπί κεφαλῆς τοῦ Συντάγματος τό περί θρησκείας μέρος αὐτοῦ, θέλουσα οὕτω ὑπό τήν σκέψιν τοῦ Ὑψίστου καί τόν θώρακα τῆς πίστεως νά θέσῃ τό Σύνταγμα…” (σελ. 128).
  6. Ἕτερος τῶν Πληρεξουσίων σέ ἄλλη συνεδρίαση εἶπεν: “Παραδεχόμεθα καί ὁμολογοῦμεν …τά δόγματα τῆς θρησκείας καί τούς σαφηνίζοντας αὐτά Ἀποστολικούς καί Συνοδικούς κανόνας ” (σελ. 138).
  7. Στό 35ο ἄρθρο τοῦ Συνταγματικοῦ σχεδίου ὁ προβλεπόμενος γιά τόν Βασιλέα ὅρκος ἦταν: “Ὀμνύω εἰς τό ὄνομα τῆς ὁμοουσίου καί ἀδιαιρέτου Τριάδος νά προστατεύω τήν ἐπικρατοῦσαν θρησκείαν τῶν Ἑλλήνων…” (σελ. 294) καί εἰς τό ἄρθρο 39 προβλεπόταν ὅτι: ” Πᾶς διάδοχος τοῦ Ἑλληνικοῦ θρόνου ἀπαιτεῖται νά πρεσβεύῃ τήν θρησκείαν τῆς ἀνατολικῆς ὀρθοδόξου τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίας” (σελ. 303). Τό ἴδιο ἀκριβῶς ἀναγράφεται στό ἄρθρο 47 τοῦ Συντάγματος τοῦ 1864 καί τοῦ Συντάγματος τοῦ 1952. Στίς περιπτώσεις ἐκλογῆς ἀντιβασιλέως, στό ἄρθρο 51 τοῦ προαναφερθέντος Συντάγματος (1864) ἀναγράφεται ὅτι ” … ἐκλέγει προσωρινῶς διά φανερᾶς ψηφοφορίας ἀντιβασιλέα πολίτην τοῦ ἀνατολικοῦ δόγματος”· τό ἴδιο ἀναγράφεται καί στό ἄρθρο 50 τοῦ Συντάγματος τοῦ 1952. Περαιτέρω, στό ἀρθρο 51 του Συντάγματος τοῦ 1952 προβλέπεται νά εἶναι ἀκόμη καί ὁ ἐπίτροπος τοῦ ἀνηλίκου Βασιλέως “…Ἕλλην πολίτης τοῦ Ἀνατολικοῦ δόγματος”.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ 2
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΡΙΠΠΑΣ. Η ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ -ΥΠΟ ΠΟΙΕΣ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΡΟΥΣ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΚΑΙ ΕΙΣ ΠΟΙΟΥΣ (ΑΥΣΤΗΡΟΥΣ) ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ ΥΠΟΚΕΙΤΑΙ (ΙΔΙΑ ΟΤΑΝ ΕΠΙΔΙΩΚΕΤΑΙ Η ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΙΣ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΪΔΕΟΛΟΓΙΚΩΝ).
ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ, Τόμος 60, Τεῦχος 3 (σελ. 561-840) ΙΟΥΛΙΟΣ-ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016, σελ. 602-613. 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ 3
 ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 1975/1986, ἄρθρο 13, παρ. 1 καί ἄρθρο 14, παρ. 1.
 
 
Κωνσταντῖνος Γ. Καρακατσάνης
τ. Καθηγητής Ἰατρικῆς τοῦ Α.Π.Θ.
karakats@auth.gr

πηγή: http://enromiosini.gr

1 σχόλιο: